Ο Γιάννης (ο μεγάλος μου γιος), στην ηλικία των 6 με 7 (Α’ Δημοτικού), γυρνώντας μια μέρα από το σχολείο, με ρώτησε πολύ σοβαρός:
-Μαμά, ξέρεις τί θα γίνω άμα μεγαλώσω?
-Τί αγάπη μου? ρώτησα αφηρημένα, περιμένοντας να ακούσω, κάτι σαν… «αστροναύτης», «φορτηγατζής», ποδοσφαιριστής» και άλλα τέτοια που δηλώνουν τα αγόρια αυτής της ηλικίας.
-Γενετιστής…
Κουφάθηκα, ωστόσο ανάκτησα γρήγορα ψυχραιμία και ρώτησα χαμογελώντας:
-Τί είναι αυτό και που το άκουσες?
-Το άκουσα στην TV και να… Θα μάθω, γιατί γεννιέται άλλοτε αγόρι και άλλοτε κορίτσι, γιατί μερικά δίδυμα μοιάζουν, ενώ άλλα όχι, πως μπορούμε να ξέρουμε ποιος είναι ο… μπαμπάς μας, πως γίνονται τα παιδιά του σωλήνα και… άλλα τέτοια…
… Με ένα «καλά, καλά… πλύνε τώρα τα χέρια σου γιατί σε λίγο τρώμε», τερμάτισα την κουβέντα.
12 χρόνια μετά, έδινε Πανελλήνιες, δήλωσε μόνο το Βιολογικό του Αριστοτελείου και πέρασε… δεύτερος.
Ωστόσο, δεν έμεινε να σπουδάσει εδώ, αλλά σε συνεννόηση με τον πατέρα του, έκανε αίτηση (πολύ πριν τα αποτελέσματα των Πανελληνίων) στο Βιολογικό Τμήμα του Πανεπιστημίου του Essex της Βρετανίας, όπου και έγινε δεκτός και σπούδασε Βιολογία. Μεταπτυχιακά και Διδακτορικό στο Bristol και δουλεύει εδώ και 15 χρόνια σαν Ερευνητής στο Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ… όνειρο του από την απαλών ονύχων ηλικία…
Όταν τον ρώτησα γιατί αφού είχε σκοπό να σπουδάσει στο εξωτερικό (αυτό έγινε με την συναίνεση και βοήθεια του πατέρα του… εμένα μου το ανακοίνωσαν απλώς), γιατί μπλέχτηκε με τον πανικό των Πανελληνίων, μου απάντησε χαμογελώντας (ήταν η σειρά του να χαμογελάσει):
-Μα… για να μην νομίσεις μαμά, πως φεύγω ακριβώς για να αποφύγω τον πανικό των Πανελληνίων. Είχαμε συνεννοηθεί με τον μπαμπά, καιρό πριν…
Ο Τάκης, τον συνόδευσε για την εγκατάσταση του στο Colchester, τον Σεπτέμβριο του 1996, έμεινε και μια εβδομάδα κοντά του και ξαναγύρισε στο σπίτι μας. Εγώ, δεν μπόρεσα να πάω, γιατί εκείνες τις ημέρες, είχα χειρουργηθεί και ήμουν στην Θεσσαλονίκη.
___________________________
Αυτές τις ημέρες, με την ευκαιρία των χειμωνιάτικων εργασιών στο σπίτι, είπα να ξεκαθαρίσω κάποια συρτάρια και ερμάρια από την χαρτούρα ετών και βρήκα μέσα σε φάκελλο όπου ήταν διάφορα χαρτιά από τις σπουδές του Γιάννη (όλα αυτά, τα τακτοποιούσε ο Τάκης), αυτό το παρακάτω χαρτάκι.
Α ρε Τάκη… Πόσο ουσιαστικά και έμπρακτα αγαπούσες τα παιδιά σου… Χωρίς φανφάρες, χωρίς κομπασμό, χωρίς θεατρινισμούς. Αγαπούσες… έμπρακτα. Αυτό.
Ένα μικρό σημείωμα μόνο, που έδειχνε τον πόνο του αποχωρισμού, τον πόνο από το πέταγμα του νεαρού παιδιού από την γονεϊκή «φωλιά»…
Ένα μικρό σημείωμα, που το βρήκα 23 χρόνια μετά…
… και 5 χρόνια μετά τον θάνατο του…
*
Category Archives: παράξενα
ΚΑΛΟΤΑΞΙΔΟΣ ΓΙΕ ΜΟΥ…
ΤΟ ΚΑΛΟ & ΤΟ ΚΑΚΟ
Το καλό και το κακό, ενυπάρχουν μέσα μας… Μέσα στον καθένα μας. Θεοί και Δαίμονες, συμβιώνουν μέσα στην ψυχή μας και είμαστε εμείς, που θα τους “ξαμολήσουμε” προς τα έξω, για να κάνουμε το καλό, ή το κακό.
Εδώ μέσα (το μυαλό μου δείχνω), κατοικεί η Καλοσύνη αγκαλιά με την Κακία.
Εδώ μέσα (την καρδιά μου δείχνω τώρα) κατοικοεδρεύουν από γεννήσεως του νοήμονος διπόδου, η Αρετή με την Αμαρτία… Μαζί…
Μαζί φίλοι μου, και είμαστε απόλυτα υπεύθυνοι για το τί θα βγάλουμε προς τα έξω…
Κανένας “θεός” δεν ορίζει την μοίρα μας… Κανένας θεός, δεν είναι τόσο… μάγκας, που να μπορέσει να μας κάνει καλούς, κακούς, ή λιγότερο καλούς και κακούς….
Μόνοι μας, και απόλυτα υπεύθυνοι για τις πράξεις μας, θα πορευόμαστε στην σύντομη ζωή μας…
———————————
ΤΟ ΤΡΙΣΑΓΙΟ
Δεν έχω καλή σχέση με το… λατρευτικό της θρησκείας μας, ιδίως ό,τι αφορά σε μνημόσυνα, τρισάγια, εννιάμερα, σαράντα κλπ, μου γυρνάει τ’ άντερα (που λένε). Στο Κοιμητήριο, πηγαίνω όταν είμαι πολύ χαρούμενη για κάτι, στα γενέθλια μου (ίσως γιατί η ημέρα της γέννησης μου ήταν η πιο ευτυχισμένη ημέρα των γονιών μου) και όταν πρόκειται να πάω κάποιο μακρινό ταξίδι…
Ωστόσο, όταν προχθές, μια φίλη με πληροφόρησε «Στα νεκροταφεία, έπεσε κάτω η φωτογραφία του Τάκη και διαλύθηκε και η κορνίζα», αποφάσισα να κάνω μια βόλτα απ’ εκεί, να δω τι συνέβη.
Ξεκίνησα κατά τις 4 το απόγευμα. Η μέρα ζεστή και υγρή, αλλά ηλιόλουστη. Σκέφτηκα πως σε λίγο θα σκοτείνιαζε, αλλά από την άλλη, σκέφτηκα πως δεν θα έκανα παραπάνω από λίγα λεπτά της ώρας…
Πράγματι, η φωτογραφία, είχε πέσει και αποσυναρμολογήθηκε και η κορνίζα, αλλά δεν είχε σπάσει τίποτα και τα έβαλα όλα στην θέση τους. Καθάρισα και πέταξα όλα τα ξερά λουλούδια, που του φέρνουν κατά καιρούς, δεκάδες άγνωστοι και γνωστοί άνθρωποι, εδώ και 3+ χρόνια από τον θάνατο του και… κίνησα να φύγω.
Η απόλυτη ερημιά. Ψυχή ολόγυρα, μόνο εγώ και το… ελαφρό αεράκι, που κάνει τα τζαμάκια από τους τάφους, να χτυπάνε ανατριχιαστικά… και…
…και ξαφνικά, τον είδα…
Εμφανίστηκε από το πουθενά (έτσι μου φάνηκε) και ερχόταν απέναντί μου… Ένας νεαρός ιερωμένος, ψηλός, όμορφος. Με χαιρέτησε με ένα ελαφρό κούνημα του κεφαλιού, τον χαιρέτησα, μουρμουρίζοντας κάτι ακατάληπτο μέσα από τα δόντια μου και… προσπέρασα…
Με το που έκανα καμιά 10ριά βήματα, μου ήρθε φλασιά:
Ρε, λες να μου κάνει καμιά πλάκα ο Τάκης? Τα συνήθιζε κάτι τέτοια. Γιατί να εμφανισθεί έτσι απότομα και γιατί ερχόταν προς το μέρος μου? Λες να…?
Σταμάτησα απότομα, μεταβολή και…
-Πάτερ?
Σταμάτησε κι αυτός, γύρισε και βάδισε αργά προς το μέρος μου:
-Ορίστε?
-Μήπως θα μπορούσατε να διαβάσετε ένα Τρισάγιο, για τους νεκρούς μου?
-Βεβαίως…
Προχωρήσαμε μαζί προς τον οικογενειακό μας τάφο.
-Ξέρετε πάτερ, δεν έχω μαζί μου τα… συμπαρομαρτούντα… κρασιά, νερά, καντήλια, κεριά… δεν είχα σκοπό να…
Χαμογέλασε πλατιά (είχε γίνει ακόμα πιο όμορφος):
-Αυτά είναι… κουταμάρες, σημασία έχει η προσευχή (με κόπο κρατήθηκα να μην χαχανίσω, γιατί ήμουν σίγουρη πως κι αυτός με κόπο κρατήθηκε να μην πει «Αυτά είναι… μαλακίες» και είπε «κουταμάρες».
Διάβασε το Τρισάγιο, με ευκρίνεια και καλή άρθρωση, εγώ… ψιλοσυγκινήθηκα, και τελειώνοντας, τον ευχαρίστησα και πήγα να του βάλω στο χέρι, ένα εικοσάρικο… Με σταμάτησε αυστηρά, απλώνοντας απαγορευτικά το χέρι του:
-Η προσευχή, δεν πληρώνεται…
Ένιωσα έντονη ντροπή… τα έχασα
-Συνηθίζεται όμως πάτερ μου (μουρμούρισα)
-Κακώς… εγώ προσωπικά, δεν… Ακόμα όμως κι αν το… «συνήθιζα», από εσάς δεν επρόκειτο να δεχτώ χρήματα. Ξέρετε, κυρία Μπαντούνα, είστε μια από… τις ομορφότερες αναμνήσεις της μέχρι τώρα ζωής μου…
Τρελάθηκα… Ένιωσα μια τραγική αμηχανία, δεν ήξερα τι να πω… Μέχρι και φόβο ένιωσα… Ποιος ήταν? Τι ακριβώς μου έλεγε? Από πού με γνώριζε?… Μήπως δεν ήταν παπάς?… μήπως?… (μέχρι κι αυτό σκέφτηκα, μέσα στην αμηχανία και τον μικροπανικό μου).
-Γνωριζόμαστε? (ψέλλισα)
-Όχι… Εγώ σας γνωρίζω, ή μάλλον σας «γνώρισα» πριν 20 χρόνια… όταν θα χειρουργείτο η γιαγιά μου και ζητήσατε να ενημερώσετε τους κοντινούς συγγενείς για το είδος και τους κινδύνους της αναισθησίας. Θυμάμαι πως ο πατέρας μου, έβαλε βλαστημώντας, κάποια χρήματα στην μέσα τσέπη του σακακιού του, με πήρε από το χέρι –μικρό παιδί ήμουν… στα 11- και ήρθαμε στο γραφείο σας. Αφού είπατε αυτά που ήταν να πείτε, ο πατέρας μου, βάζοντας το χέρι στην μέσα τσέπη του σακακιού του…
-Τι οφείλω γιατρέ?
-Στο Δημόσιο Νοσοκομείο, δεν πληρώνει κανείς και για τίποτα (η φωνή σας, ήταν κοφτή, σχεδόν θυμωμένη)
-Μα… στο χειρουργό, ήδη πλήρωσα κάποια χρ…
-Κακώς… να πας να τα ζητήσεις πίσω (τον διακόψατε. Ήδη χαμογελούσατε με ένα κουρασμένο χαμόγελο θυμάμαι… Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί θυμάμαι το κουρασμένο χαμόγελο…)
-Δεν μπορώ… Ντρέπομαι… (ο πατέρας μου)
-Όποιος ντρέπεται… κακά ζει (εσείς)
————
-Δεν θα το ξεχάσω ποτέ αυτό κυρία Μπαντούνα… Είναι από τα πράγματα, που δεν ξεχνάει ένα παιδί…
Αλλά… πρέπει να πηγαίνουμε. Είναι αργά και σκοτεινιάζει γρήγορα και ο φύλακας, ήδη άρχισε να κλείνει τις καγκελόπορτες. Από εδώ ελάτε μαζί μου… μην σας κλείσουν μέσα (χαμογελούσε και είπαμε… πολύ όμορφος ο νεαρός παπούλης)
Φτάσαμε σχεδόν τρέχοντας στην κεντρική πύλη.
-Καληνύχτα πάτερ
-Καληνύχτα γιατρέ… Να είστε ευλογημένη.
_____________________________________
.
Είναι το τελευταίο ποστ μου, για το 2017 και είναι αφιερωμένο σε όποιον πιστεύει ή νομίζει πως το Καλό, πάει… χαράμι.
Το Καλό, ξαναγυρίζει πάντα σ’ αυτόν που το «εκπέμπει» και… όχι, δεν εννοώ πως το καλό που μου αντιγύρισε ο νεαρός ιερωμένος, ήταν το ότι… γλίτωσα το εικοσάρικο…
Όχι. Το Καλό ήταν το ότι με θυμόταν 20 χρόνια μετά, με Αγάπη. Το Καλό ήταν, πως θα με θυμάται πάντα, σαν έναν καλό άνθρωπο. Το Καλό ήταν το ότι μου ευχήθηκε να είμαι ευλογημένη…
================
Χαρούμενη Πρωτοχρονιά, αγάπες μου.
… ΗΜΩΝ, ΤΩΝ…
Ασταθής, Παρορμητική, Επιπόλαιη.
Πώς? δεν καταλάβατε?
Μα… για την καρδιά μας μιλάω
… ημών, των βαθιά συναισθηματικών
… ημών των δυστυχούντων εν μέσω χαράς
… ημών των ευτυχούντων εν μέσω άπατης ηλιθιότητας
… ημών των… «σήμερα εδώ και αύριο εκεί»
… ημών των τέκνων της αγρύπνιας
… των στενών συγγενών της αφηρημάδας
… των καρδιακών φίλων της ερωτοτροπίας με ένα ξεραμένο λουλουδάκι
… με ένα σύννεφο
… με τον φλοίσβο
… με το χαλίκι που μας πλήγωσε
… με το τηλέφωνο που δεν χτυπάει
… με μια φωτογραφία που ξεθώριασε
… με ένα όνομα, που κομματιάζει την γλώσσα μας…
________________________
Καλημέρα κόσμε αγαπημένε…
Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ, ΚΟΝΤΕΥΕΙ ΝΑ ΣΠΑΣΕΙ… (αφιερωμένο)
-Πω πω!…
-Τί?…
-Η καρδιά μου, κοντεύει να σπάσει, έτσι όπως χτυπάει σαν τρελή…
-Μήπως ανέβηκες τρέχοντας τους δυο ορόφους?
-Όχι… δεν είναι αυτό…
-Αλλά?
-Άστο…
-Να τηλεφωνήσω στον 4ο, να έλθει ένας καρδιολόγος να σε δει?
-Όχι…
-Να πάμε μαζί στον 4ο, στους καρδιολόγους?
-Όχι, σου λέω… όχι…
-Ξεκουράσου. Θα σου περάσει.
-Αποκλείεται…
-Να σου δώσω ένα ποτήρι νερό?
-Να μου δώσεις τα… χέρια σου, να τα κρατήσω λίγο…
______________________
«Αν σταματήσω μια Καρδιά που πάει να σπάσει
Δεν ήρθα μάταια στη ζωή
Αν απαλύνω κάποιου την Οδύνη
Ή ηρεμήσω άλλου τον Πόνο
Ή βοηθήσω τον μισολιπόθυμο Κοκκινολαίμη
Να μπει ξανά μες στη Φωλιά
Δεν ήρθα μάταια στη ζωή»
(Ποίημα από τον τόμο Emily Dickinson, Επειδή δεν άντεχα να ζήσω φωναχτά: Ποιήματα και επιστολές,
ανθολ.: Λιάνα Σακελλίου – μτφρ.: Λιάνα Σακελλίου, Αρτεμις Γρίβα, Φρόσω Μαντά, Gutenberg 2013)
————————————————————————-
Ένα ποίημα, αφιερωμένο στον «Κινέζο» μου…
ΤΟ «ΘΗΡΙΟ» ΜΕΣΑ ΜΟΥ…
Εδώ και αρκετό καιρό, και συγκεκριμένα λίγο μετά τον θάνατο του Τάκη, έχει ξαναξυπνήσει κι αλυχτάει, ένα «θηρίο» εντός μου. Ένα θηρίο, που το κουβαλάω από την των απαλών ονύχων ηλικία μέσα μου.
Ένα θεριό, που -δεν λέω- με έσωσε και από κακοτοπιές πολλές φορές, μου έδωσε υπόσταση σε χαοτικές καταστάσεις, με γλύτωσε από λάθη, μειοδοσίες και άλλα αμαρτήματα, αλλά… έρχονται ώρες -όταν ξυπνάει το άγριο του- που δεν παλεύεται με τίποτα… Επιστρατεύω όλα τα «όπλα» μου… Την (όποια) Πίστη μου στο θείον, κομμάτια της Φαντασίας μου, ψήγματα διαίσθησης, κουρέλια αυτοπροστασίας και θρύψαλα παρηγορητικής μεταφυσικής… αλλά…δεν τα πολυκαταφέρνω να το δαμάσω και να το ησυχάσω μέσα μου κι αυτό… μου ξεσχίζει τα σωθικά.
Οι άνθρωποι -γιατί ζει μέσα σε πολλούς ανθρώπους- του δίνουν διάφορα ονόματα. Εγώ, κρατάω τον ορισμό, που του’ δωσε ένας καλός μου φίλος (από εδώ μέσα, από το Διαδίκτυο, εννοώ) που εκτιμώ πολύ την γνώμη του για πολλά… Το ονόμασε «Ορθολογισμό»…
Αυτός ο Ορθολογισμός, με πληγώνει και δεν μ’ αφήνει να παρηγορηθώ από τον θάνατο των προσφιλών, να αφεθώ σε κάτι πιο «μαλακό» πιο «εύπεπτο», πιο «γλυκό» πιο «ανθρώπινο»… Κάθε φορά, που προσπαθώ να το «απομακρύνω», για να γλύψω τις πληγές μου, έρχεται και μου ψιθυρίζει:
-Τίποτα… «μετά»…
… κι αφήνομαι στα «νύχια» και στα «δόντια» του.
Δικό μου το «θηρίο», δικιά μου η ευθύνη, δικό μου το φορτίο…
Θα ζήσω μ’ αυτό.
.
Υπάρχει… ελπίδα ;
Πριν κάποια χρόνια, μια πολύ αγαπημένη φίλη από εδώ μέσα στο Διαδίκτυο, μου είχε γράψει, πως μια μικρή Ρομά μαθήτρια της, από ευγνωμοσύνη για το ότι της μάθαινε «γράμματα», της δώρισε με το τέλος της σχολικής χρονιάς… μια ονειροπαγίδα κι ένα μικρό σταυρό να την έχουν καλά…
Θυμάμαι πως εκείνη την εποχή, αυτό το «μια ονειροπαγίδα κι ένα μικρός σταυρός να σε έχουν καλά», είχε στοιχειώσει τα όνειρα, την φαντασία μου και αρκετές ώρες της καθημερινότητας μου. Ζήλευα κατά κάποιον τρόπο και ήθελα να είχα βιώσει κι εγώ κάτι παρόμοιο… και έψαχνα μέσα στις αναμνήσεις μου, ώσπου, ναι… το βρήκα!
Θυμήθηκα μια εικόνα που είχα δει πριν χρόνια, έξω από ένα μικρό ορεινό χωριό της Θάσου: Η κεντρική πύλη του μικρού κοιμητηρίου του χωριού, από σκουριασμένη κιγκαλερία, γεμάτη με επαναλαμβανόμενους σταυρούς τυλιγμένους με σιδερένια τσαμπιά και φύλλα διονυσιακής αμπέλου, να γράφει το… «ένδοξο» και ειδωλολατρικό…»ΗΛΥΣΙΑ ΠΕΔΙΑ».
Είχα νιώσει, ένα είδος… ευτυχίας τότε, θυμάμαι. Τελικά, η ευτυχία, είναι μια πολύ απλή υπόθεση, αρκεί να ξέρεις πως να την… αναγνωρίσεις, όταν την συναντάς στις «πορείες» σου…
«ΗΛΥΣΙΑ ΠΕΔΙΑ» ταμπέλα στο παλιό κοιμητήριο, «Μια ονειροπαγίδα κι ένας μικρός σταυρός να σε έχουν καλά», δώρο μιας μικρής μαθήτριας στην δασκάλα της…
Δωδεκάθεο και Χριστιανοσύνη, παγανισμός και Ορθοδοξία, πορεύονται αγκαλιά στον μακάριο αυτό τόπο.
Λέτε να υπάρχει… Ελπίδα?
Η ΜΙΚΡΗ… ΓΑΤΙΣΙΑ ΨΥΧΗ ΜΟΥ
-Πάμε σου λέω για ύπνο… Δεν πρόκειται να ξανάρθει. Πάνε 2 χρόνια πια που «λείπει»… Αν ήταν να ξανάρθει, θα τό’ χε κάνει μέχρι τώρα…
Δυο χρόνια, είναι πολύς καιρός… Κάπου θά’ χει χαθεί και θα μας έχει λησμονήσει ίσως… Δεν με πληγώνει… δεν με πειράζει πια αυτό το «θα μας έχει λησμονήσει ίσως»… Είναι λένε καλύτερα έτσι, για να μπορούμε να «προχωράμε», και αυτός, αλλά και εμείς… ψυχούλα μου.
Γι αυτό σου λέω. Πάμε για ύπνο… Ξεκόλλα το «βλέμμα» σου απ’ αυτό το σκληρό, ψυχρό, απάνθρωπο κενό και πάμε για ύπνο… δεν πρόκειται να ξανάρθει…
Δυο χρόνια, είναι πολύς καιρός…
———————————
Ξέρετε… ένα μικρό κομμάτι της ψυχής μου, είναι… γατίσιο… Χαδιάρικο, παιχνιδιάρικο, και ώρες-ώρες θλιμμένο κι απόμακρο, κλεισμένο στις αποκλειστικά δικές του σκέψεις…
Είναι η μικρή, γατίσια ψυχή μου αυτή…
Είναι κάποιες φορές, που μου αρέσει να μιλάω στην μικρή γατίσια ψυχή μου… Όπως καληώρα απόψε, που κλείνουν δυο χρόνια από τότε, που μπαίνοντας στην Εντατική, είδα για τελευταία φορά το πρόσωπο του… Ο τραχειοσωλήνας, τραβούσε ελαφρά την δεξιά γωνία από το στόμα του και… έμοιαζε σαν να χαμογελούσε…
Ένιωσα θυμό…
-Ρε συ… (είπα της μικρής γατίσιας ψυχής μου), χαίρεται που μας… «αφήνει» και «φεύγει»?
-Χαίρεται που σε… βλέπει (μου απάντησε εκείνη)…
ΤΟ ΤΡΙΤΟ… ΣΕΡΒΙΤΣΙΟ
——-
Ο μικρός μου, έλειπε 8 ημέρες σε ταξίδι. Επέστρεψε απόψε.
Μαγείρεψα από το μεσημέρι το αγαπημένο του φαγητό. Κρασάτο χταπόδι με ρύζι στην πήλινη γάστρα.
Μετά τα καλωσορίσματα, έστρωσα να φάμε και… έβαλα τρία σερβίτσια στο τραπέζι…
-Τί τρέχει? Γιατί τρίτο σερβίτσιο στο τραπέζι?… περιμένουμε κάποιον?
-Μπα… όχι…
-Τότε, προς τί το τρίτο?
-Για κάποιον… όποιον… λατρεύει το κρασάτο χταπόδι, αλλά δεν μπορεί να το φάει…
-Για τον… μπαμπά?
-Όχι, όχι… ούτε κατά διάνοια τέτοια θλιβερά…
-Για ποιον?…
-Ε, μα… πάντα σ’ αυτόν τον κόσμο, θα υπάρχει κάποιος, που του αρέσει κάτι, αλλά δεν μπορεί να το απολαύσει για ποικίλους λόγους…
-Μαμά!… με τρομάζεις
-Γιατί πουλάκι μου?
-Γιατί μιλάς ώρες-ώρες σαν να έχεις… σαλτάρει. Άντε, και είχαμε κάμποσους με Alzheimer, στο σόι…
… είπε και… με φίλησε στην άκρη της μύτης…
Αυτό, είχε να το κάνει από… μωρό
Η ΠΛΑΤΕΙΑ ΣΤΟ ΟΝΕΙΡΟ…
«… Θα σου πω κάτι που το σκέφτομαι καιρό. Άργησα πολύ να ανακαλύψω τη γωνιά σου, όμως τρελαίνομαι για τις ιστορίες σου, αυτά τα μικρά διαμάντια που κρύβονται στα σκουπίδια του καθενός και λίγοι μπαίνουν στον κόπο να τα αναζητήσουν έτσι πολυάσχολοι που είμαστε όλοι. Όμως στα σκουπίδια και μόνο εκεί βρίσκονται όλοι οι θησαυροί, κάποιος συγγραφέας το έλεγε κι όλας για τους τρελούς που βγαίνουν τη νύχτα και παρατηρούν όσα οι υπόλοιποι προσπερνούν. Που και που το κάνω κι εγώ, κάθομαι για ώρα σε μια πλατεία και παρατηρώ γύρω μου και τις πιο πολλές φορές τα συναισθήματα είναι τόσο δυνατά που δεν περιγράφονται με λέξεις…»
————–
Αυτά μου έγραφε στο Διαδίκτυο παλιά… πριν 5 χρόνια (την Άνοιξη του 2011 συγκεκριμένα) ένας πολύ καλός μου «φίλος» (θα τον λέμε… S.)…
Άργησα πολύ να του απαντήσω… ή μάλλον, είχα αποφασίσει να μην απαντήσω, γιατί απλά… δεν ήξερα τί να πω σε κάτι τόσο επαινετικό (αγαπώ και πολλές φορές και τον… επιδιώκω τον έπαινο, πάντα όμως όταν συμβαίνει, μου προκαλεί ένα αίσθημα έντονης αμηχανίας).
Ώσπου ένα πρωινό, άρπαξα το πληκτρολόγιο και…
…..
«Λοιπόν φίλε S. αυτό το σχόλιο το έγραψες κάπου στα τέλη του Απρίλη, εγώ όμως μόλις χθες βράδυ το «είδα» με άλλα «μάτια»… μετά από πολύ (αρκετό) χρόνο δηλαδή, μέσα στον οποίο χρόνο, κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι και οι πλατείες γέμισαν από άλλα ενδιαφέροντα και ανθρώπους…
Διάβασα και ξαναδιάβασα τόσες φορές αυτό το σχόλιο, που στο τέλος φοβήθηκα να μην μου γίνει… εμμονή και παραδόθηκα σε έναν ανήσυχο ύπνο (όχι δεν φταίει το σχόλιο σου γι αυτό… πάντα ανήσυχος είναι ο ύπνος μου τελευταία).
Κατά την διάρκεια αυτού του ύπνου, είδα ένα παράξενο όνειρο:
Βρισκόμουν λέει, στην Πλατεία Συντάγματος… μόνη… Παντελώς έρημη η πλατεία και ένιωσα μια απέραντη μοναξιά και ένα είδος φόβου… Κοίταζα γύρω γύρω, μπας και δω κάποιον άνθρωπο, αλλά παντού ερημιά και η ανησυχία μου μεγάλωνε… μέχρι που… είδα τον S. να κάθεται ολομόναχος μέσα στην έρημη πλατεία και παρατηρούσε γύρω του με ενδιαφέρον, κάτι που εγώ δεν μπορούσα (μάλλον) να δω… Τον ρώτησα, τί βλέπει με τόσο ενδιαφέρον μέσα στην ερημιά και μου απάντησε “Τα συναισθήματα της Πλατείας”…
Λένε πως ονειρεύεσαι στον ύπνο σου, ό,τι δεν αποτολμάς να ονειρευτείς στην ενσυνείδητη ζωή σου…»